Τελείωσα λοιπόν κι εγώ – πάρα πολύ καθυστερημένα σε σχέση με παλαιότερα – την ανάγνωση του πιο πρόσφατου, ένατου βιβλίου των Malazan Books of the Fallen. Και επίσης καθυστερημένα σε απίθανο βαθμό γράφω γι’ αυτό, σε ένα post που ξεκίνησε να συντάσσεται… τρεις μήνες πριν και μόλις τώρα, στο γύρισμα του χρόνου, καταπίεσα ψυχολογικά τον εαυτό μου να ολοκληρώσει και να εμφανίσει στο blog του (επειδή ως search word τα Malazan επιστρέφουν στις σελίδες του ξανά και ξανά). Λογικό, όμως. Με είχαν ήδη απογοητεύσει τα δύο προηγούμενα βιβλία, οπότε δεν περίμενα το πιο πρόσφατο, το Dust of Dreams, με την αγωνία που περίμενα τα άλλα. Και δεν περίμενα επίσης να με συγκλονίσει όπως τα παλαιότερα, αν και πολύ θα το ήθελα να με είχε διαψεύσει. Δυστυχώς, τα όσα με είχαν ενοχλήσει ως τάσεις στο γράψιμο του Steven Erikson από το The Bonehunters και μετά, ε, είναι πια καθεστώς στο 9ο βιβλίο και θα είναι σίγουρα στο 10ο. Εξ ου και αυτό το post.
Xωρίς να ξέρω με σιγουριά αν είμαι ο μόνος ή όχι – στο forum του MalazanEmpire.com δεν φαίνονται να συμφωνούν πολλοί μαζί μου, αλλά δεν είναι όλοι οι αναγνώστες του SE μαζεμένοι εκεί – έχω μείνει με μία πικρή γεύση στο στόμα από τη δουλειά του Καναδού. Είναι πεποίθησή μου πως τελικά πρόδωσε και ξεπούλησε φτηνά την απίθανη δουλειά που είχε κάνει με τον Esselmont στη δημιουργία αυτού του απίστευτα περίπλοκου, ζωντανού κόσμου μέσα στον οποίο – στο χώρο και το χρόνο του – διαδραματίζονται τα 10 βιβλία της σειράς.
Από πού να πρωτοξεκινήσει κανείς; Από τις λιγοστές αναλογικά σκηνές δράσης, που φαίνονται σχεδόν… εμβόλιμες εκεί αντί να τούς αποδίδεται το ειδικό βάρος που αξίζουν (hello, στο λογοτεχνικό είδος του fantasy συνεχίζουμε να βρισκόμαστε); Από τις μεγάλες “κοιλιές” που έκανε όλο το βιβλίο στη σεναριακή του πορεία, κουράζοντας άνευ λόγου και αιτίας τον αναγνώστη με ενδοσκοπικές αναζητήσεις που δεν οδηγούν πουθενά; Από την εμμονή στην αυτολύπηση και μιζέρια για κάθε χαρακτήρα που έχει κάτι να αναλογιστεί για τη ζωή του, σε βαθμό όχι ψυχοπλαστικό, αλλά ψυχοφθόρο; Από τις βολικές εμφανίσεις ή εξαφανίσεις χαρακτήρων που αποκτούν ή χάνουν τη σημαντικότητά τους από το πουθενά; Από την “τραγική ειρωνεία” που επιφυλάσσει ο συγγραφέας για το τέλος του βιβλίου, με την οποία ουσιαστικά καταρρίπτει τους λόγους για τους οποίους παρακολουθούσαμε μία ολόκληρη στρατιά χαρακτήρων και την πορεία της προς μια τελική μάχη. εδώ και… 3 βιβλία; Ο κατάλογος δεν έχει τελειωμό. Δυστυχώς.
Κάποτε χαμογελούσα με κατανόηση διαβάζοντας στις συνεντεύξεις του Erikson ότι θέλει με τα Malazan να καταρρίψει τις νόρμες και τα κλισέ της ηρωϊκής φαντασίας, να αποδείξει ότι η ζωή είναι γεμάτη τραγικές συμπτώσεις και τραγική ειρωνεία, να δώσει μια περισσότερο ρεαλιστική διάσταση στα επικά έργα του παρελθόντος, που χαρακτηρίζονταν από υπερβολή και ρηχό υπόβαθρο. I liked. A lot. Τώρα, κουνώ το κεφάλι αποδοκιμαστικά γιατί ο Erikson κατάφερε το αδύνατο: να δημιουργήσει τα δικά του κλισέ κατά τη διάρκεια της δεκαλογίας και να τα επαναλαμβάνει με τρόπο τόσο κουραστικό και απογοητευτικό, ώστε να κάνει τον αναγνώστη ν’ αναρωτιέται που βρίσκεται το νόημα στην ανάγνωση των βιβλίων του. Πραγματικά, δηλαδή.
Με δύο απλά λόγια, ο Erikson από το 8ο και μετά, τα “ξεπετάει” τα Malazan. Το ποσό των 680.000 λιρών που είχε συμφωνήσει πριν από 10 χρόνια με την Bantam για την δεκαλογία δεν ακούγεται και τόσο super duper πια (για δουλειά 10 χρόνων) και ενδέχεται να παίζει κι αυτό ένα ρόλο. Υποθέτω πως ο Erikson θέλει επίσης να την τελειώσει αυτή τη… ρημάδα τη δεκαλογία και να μην την αφήσει μισή, όπως πιθανότατα θα κάνει ο Martin με το δικό του έπος (το οποίο θα γίνει τηλεοπτική σειρά και εννοείται ότι δεν θα τελειώσει in this lifetime). Σεβαστό κι αυτό, ειδικά αν σκεφτεί κανείς πώς τελείωσε ο King και το δικό του “έπος” του The Dark Tower – ο Erikson τουλάχιστον δεν βιάζεται να το ολοκληρώσει πριν τη φυσική του εξέλιξη και με “συνοπτικές διαδικασίες”.
Από την άλλη… να. Κάτι λυπηρό, όσο και σημαντικό. Προδίδεις το όραμά σου όταν σκιαγραφείς κάτι συγκλονιστικό με την αρχική σου δουλειά και καταλήγεις να περιγράφεις κάτι σημαντικά κατώτερο με την τελική σου. Και το απίθανο potential που είχαν τα 5 πρώτα βιβλία της δεκαλογίας δεν έφτασε ποτέ στον αναγνώστη. Άλλοι δεν το βλέπουν, είναι υπερβολικά fanboys για να χρεώσουν τίποτε λάθος στον Erikson, στα δικά μου μάτια ωστόσο – που με ενδιαφέρει να διαβάζω πράγματα συγκλονιστικά και όχι… meh – είναι πια ολοφάνερο. Πέρα από κάθε αμφιβολία.
Κάποτε – και με το “κάποτε” εννοώ πριν από λίγα μόλις χρόνια – “μετρούσα” τα διαδοχικά καλοκαίρια της ζωής μου με τις μέρες αναμονής για το επόμενο βιβλίο του Erikson. Όχι πια. Εννοείται πως θα αγοράσω και το 10ο, εννοείται πως θα αγοράσω και τα τουλάχιστον τρία ανακοινωμένα του Esselmont που συνδέονται με το μαγικό αυτό κόσμο της σειράς, αλλά… ως εκεί. Από απλό ενδιαφέρον πια, όχι από αγάπη. Και είναι κρίμα, γιατί το όραμα του Erikson και του Esselmont είχε τις προδιαγραφές να κάνει το έργο του Tolkien να φαίνεται ως απλοϊκό παραμυθάκι – και αυτό για έναν λάτρη των LOTR είναι πολύ μεγάλη κουβέντα να γραφεί. Τώρα, τα Malazan θα μείνουν στην ιστορία της ηρωϊκής λογοτεχνίας φαντασίας ως το σημαντικότερο έργο της περασμένης δεκαετίας, ναι, αλλά όχι ως κάτι περισσότερο. Και είναι, ξανά, λυπηρό και απίθανο κρίμα. Όσο δεν μπορώ να περιγράψω, φοβάμαι.
Oh, well. Ήθελες να αποδείξεις ότι οι grand ιδέες δεν γίνονται πάντα grand έργα, στο πλαίσιο αυτής της άδικης ζωής κλπ κλπ, Steven; Τα κατάφερες.